Δευτέρα 14 Μαΐου 2012


ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΚΥΨΕΛΗΣ
Πληθυσμός
Η Κυψέλη  αποτελεί μία από τις πιο πολυπολιτισμικές και πολυπληθέστερες  συνοικίες της Ελλάδας, αλλά και του πλανήτη. Σήμερα η Κυψέλη διατηρεί ορισμένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της  , όπως τη μεγάλη έμφαση στις υποδομές αναψυχής και εμπορίου. Ταυτόχρονα εμφανίζει και νέα χαρακτηριστικά με κυριότερο την όλο και πιο πολυάριθμη και έντονη παρουσία μεταναστών . Στις αρχές του 20ου αιώνα η συρροή πληθυσμού από την ύπαιθρο στην Αθήνα  οδήγησε στην αλλαγή του αγροτικού και εξοχικού χαρακτήρα της σε αστικού. Αποκτά την αστική συνοχή της την περίοδο του μεσοπολέμου και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όπου υπήρξε μεγάλη εισρροή νέων κατοίκων και αναζήτηση στέγης. Κατοικήθηκε κυρίως από την εύπορη μεσαία αστική τάξη, αλλά και η παρουσία της ανώτερης οικονομικής και πνευματικής τάξης ήταν έντονη. Μεσοαστικές μονοκατοικίες και διπλοκατοικίες κυριαρχούν μέχρι το μεσοπόλεμο, όπου κτίζονται και οι πρώτες πολυκατοικίες. Τις δεκαετίες του 1950 και 1960, η Κυψέλη οικοδομείται εντατικά, με το σύστημα της αντιπαροχής. Αρχίζει η εποχή της ακμής της και γίνεται διάσημη για τη νυχτερινή ζωή της, με θέατρα, κινηματογράφους, ζαχαροπλαστεία και εστιατόρια που δημιουργούνται πάνω στα ίχνη του προϋπάρχοντος αστικού ιστού και προσελκύουν κόσμο και από άλλες περιοχές, προσδίδοντάς της μια αίγλη. Τη δεκαετία 1970, η ανοικοδόμηση συνεχίστηκε, ολοκληρώνοντας σταδιακά τη σημερινή εικόνα της γειτονιάς που, σύμφωνα με όλες τις πολεοδομικές μελέτες, είναι μία από τις περισσότερο προβληματικές του Δήμου Αθηναίων, με υψηλές πυκνότητες, ρύπανση, προβλήματα κυκλοφορίας και στάθμευσης, ελάχιστους ελεύθερους χώρους και ανεπαρκείς υποδομές. Από τα μέσα της δεκαετίας 1980 μετακινείται μέρους του ντόπιου πληθυσμού, προς τα βορειανατολικά και νοτιοανατολικά προάστια, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Η ιστορία αστικοποίησης της Κυψέλης διαμόρφωσε ένα οικιστικό απόθεμα που πέρασε από διαδοχικές χρήσεις, για να ‘’υποδεχτεί’ τους μετανάστες της δεκαετίας 1990. Για παράδειγμα πολλά (ημι)υπόγεια και μικρά διαμερίσματα των χαμηλών ορόφων, φιλοξένησαν βιοτεχνίες, κατοικία φοιτητών και άλλες χρήσεις, πριν μετατραπούν σε ‘κενό’ ή/και απαξιωμένο οικιστικό απόθεμα, το οποίο ξαναέβαλαν στην αγορά οι μετανάστες. Σ’ αυτό το γενικό σχήμα κατοίκησης των πολυκατοικιών βεβαίως εντοπίζονται πολλές παραλλαγές, από το υπόγειο ως το ρετιρέ και από την πρόσοψη ως τον ακάλυπτο. Ο χαρακτηρισμός ‘κάθετος κοινωνικός διαχωρισμός’ οφείλεται στη συνύπαρξη νοικοκυριών διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων που κατοικούν σε διαφορετικούς ορόφους, και ενισχύεται από το μωσαϊκό χρήσεων και εθνοτήτων που χαρακτηρίζουν τη γειτονιά Κυψέλη, από τα μέσα της δεκαετίας του ΄70, αρχίζει να εγκαταλείπεται σταδιακά από μεγάλο κομμάτι του ντόπιου πληθυσμού, να απαξιώνεται το κτιριακό απόθεμα και την δεκαετία του ’90 αρχίζει να κατοικείται σταδιακά από μετανάστες/στριες λόγω φτηνού ενοικίου. Τα διαμερίσματα, που οι παλιοί κάτοικοι θεωρούσαν ανεπαρκή σε χώρο, καταλήφθηκαν γρήγορα από ανθρώπους που δεν είχαν πολλά περιθώρια επιλογής, αρκεί το ενοίκιο να ήταν φτηνό. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την ύπαρξη δικτύων γνωριμιών, συνετέλεσαν ώστε η Κυψέλη να αποτελέσει ευνοϊκό χώρο για την εγκατάσταση μεταναστών. Η θέση της γειτονιάς, που οι παλιοί κάτοικοι εγκαταλείπουν εξ αιτίας του θορύβου ή της ρύπανσης, προσφέρει στους μετανάστες εύκολη προσβασιμότητα, καλές συγκοινωνίες, κοντινά σχολεία και τη σημαντική  δυνατότητα να συνδυαστεί σχετικά εύκολα με την εργασία σε άλλες περιοχές της πόλης, με τη φροντίδα του σπιτιού και των παιδιών. Πολλοί ωστόσο «ντόποι» κάτοικοι της Κυψέλης θεωρούν τους μετανάστες υπαίτιους για την αυξημένη εγκληματικότητα που επικρατεί στην περιοχή (ληστείες, κλοπές, ναρκωτικά, πορνεία). Πολλά άτομα έχουν πέσει θύματα κλοπής πάνω από τρεις φορές. Οι γυναίκες φοβούνται να κυκλοφορήσουν μόνες τους το βράδυ και πολλοί παλιοί κάτοικοι έχουν εγκαταλείψει την Κυψέλη μετακομίζοντας σε άλλη περιοχή. Άλλοι πάλι για να νιώσουν ασφαλείς παίρνουν τα δικά τους μέτρα προστασίας, όπως συναγερμοί, πόρτες και κουφώματα ασφαλείας, κτλ. Κάποιοι κάτοικοι παραδέχονται ότι δεν τους αρέσει η Κυψέλη και ότι αν είχαν τη δυνατότητα να αλλάξουν περιοχή θα το έκαναν και μάλιστα πολύ ευχαρίστως.(!)Σύμφωνα με την εργασία που κάναμε ένα μεγάλο ποσοστό μεταναστών θα γύρναγαν πίσω στις πατρίδες τους αν μπορούσαν.
                                          ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ   



                                                                  Εκπαίδευση
Οι περισσότεροι Κυψελιώτες είναι απόφοιτη μέσης εκπαίδευσης .Υψηλό είναι το ποσοστό  πτυχιούχων ανώτατων σχολών, λίγοι είναι οι κάτοχοι διδακτορικού και master. Ωστόσο υπάρχει ένα μικρό ποσοστό αναλφάβητων.
Επαγγέλματα
Τα επαγγέλματα που επικρατούν στις μέρες μας είναι κυρίως πωλητές, υπάλληλοι γραφείου και ανειδίκευτοι εργάτες. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που ασχολούνται με τις τέχνες και τις επιστήμες.



Επαγγέλματα του χθες
Το φαρμακείο δεν ήταν μόνο πωλητήριο φαρμάκων αλλά και παρασκευαστήριο. Την συνταγή έδινε ο γιατρός. Διάσημα φαρμακεία στην Κυψέλη ήταν του Απόστολου Λέκκα (Δημοτικού Σύμβουλου του Δήμου Αθηναίων) στην οδό Σκύρου και Κυψέλης. Επειδή τα τηλέφωνα σπάνιζαν, το φαρμακείο ήταν και το στέκι των γιατρών. Εκεί διάβαζαν τις εφημερίδες τους και περίμεναν κάποιον άρρωστο να ζητήσει με μαντατοφόρο την βοήθειά τους. Οι επισκέψεις κατ’οίκων ήταν κατά πολύ  συνηθέστερες απ' ότι σήμερα.


  Το κουρείο όμως ήταν και αυτό στέκι. Πολλοί ηλικιωμένοι το επισκεπτόντουσαν καθημερινά για ξύρισμα. Στο ξύρισμα χρησιμοποιούταν ξυράφι. Το ακόνιζαν σε πέτσινο λουρί και μετά την σαπουνάδα στο λεκανάκι.. Στην Κυψέλη είχαμε στην Σκύρου και Σπετσών τον κυρ-Νίκο, και τον κ. Σπύρο Πουλή στην οδό Κυψέλης μεταξύ Σκύρου και Ευβοίας. Οι πιο ηλικιωμένοι,  ζητούσαν τις υπηρεσίες του κουρέα στο σπίτι.






Φημισμένο ήταν επίσης στη Σύρου και Κυψέλης το χασάπικο του Γρηγορίου. Στο φόντο ξύλινο ψυγείο. Το κρέας ζυγίζονταν σε ζυγαριά με δράμια, συσκευάζονταν σε χασαπόχαρτο και παραδίδονταν στον πελάτη. Μπακάλικα υπήρχαν πολλά .Τα πιο γνωστά ήταν: του "Κοκλώνη" (Σκύρου και Σπετσών) και του "Παπαγεωργίου", πιο παραδοσιακό στεγάζονταν σε ένα νεοκλασικό στην οδό Σύρου.



 


 Ένα από τα γνωστά φωτογραφεία που υπήρχαν τότε ήταν εκείνο στην Πλατεία Κυψέλης που εκτύπωνε φωτογραφίες διαβατηρίων, ταυτοτήτων( όπως και ένα σημερινό φωτογραφείο).






Ένα από τα καταστήματα  που σπανίζουν στις μέρες μας είναι εκείνο το μοναδικό εργαστήρι με γύψινα  βρισκόταν στην οδό Σύρου.








 



Επαγγελματίες  που σήμερα δεν υπάρχουν ήταν ο Γαλατάς.
Οι Γαλατάδες της Κυψέλης δυο ήταν οι διάσημοι οι αδελφοί Τσαγκρινού, ο Κώστας και ο Θανάσης.  Ήταν διάσημοι διότι ήταν τσακωμένοι, είχαν δυο διαφορετικά μαγαζιά και διαφορετική πελατεία.







 
 Ο γανωτής αποτελούσε ένα από τα πιο γνωστά επαγγέλματα της περιόδου εκείνης.  Βρισκόταν στις 12 πάρα τέταρτο κάθε μεσημέρι στην διασταύρωση Σπετσών και Σκύρου και άρχιζε : "ο Γιαααααανωτζής". Στην πλάτη του κουβαλούσε το τσουβάλι με τα γανώματα: κατσαρόλες, χύτρες, μπρίκια. Αυτά που έπαιρνε για να γανώσει και αυτά που επέστρεφε γανωμένα.



 
Σε όλα τα λεωφορεία και τα τραμ υπήρχε ο εισπράκτορας που έκοβε εισιτήρια στους επιβάτες ανάλογα με τον προορισμό τους. Πχ. Κάποτε το ΚΥΨΕΛΗ-ΟΜΟΝΟΙΑ κόστιζε μια Δραχμή ενώ το ΚΥΨΕΛΗ-ΠΑΓΚΡΑΤΙ δυο δραχμές. Στο Παγκράτι ο εισπράκτορας φώναζε «Τέρμα τα δίφραγκα» και γύριζε προς την ανάποδη κατεύθυνση τις ράχες των καθισμάτων.

  



Ο παγοπώλης πουλούσε πάγο για οικίες. Στην Κυψέλη είχαμε τον Κυρ-Νίκο. Οπλισμένος με 2 σιδερένια εργαλεία : Το γάντζο και τον μπαλτά, έκοβε τις κολόνες σε μισά η τέταρτα με τον μπαλτά , τις μάγκωνε με τον γάντζο και τις πουλούσε. Τις κολόνες τις κουβαλούσε σε ένα χειραμάξι, σκεπασμένες με κανναβένιο τσουβάλι. Κάπου στην Κασταλίας είχε ένα χώρο σαν ψυγείο όπου φύλαγε το στοκ της ημέρας για διανομή. Όταν άδειαζε το καροτσάκι του πήγαινε πάλι για να το γεμίσει.


Εκτός από τις κουβέρτες ο κόσμος χρησιμοποιούσε και παπλώματα παραγεμισμένα κυρίως με βαμβάκι. Αλλά και τα στρώματα ήταν και αυτά παραγεμισμένα με βαμβάκι. Με την χρήση το στρώμα ή το πάπλωμα δεν ήταν αφράτο και "κάθονταν". Την επανόρθωση αναλάμβανε ο πλανόδιος παπλωματάς.
Άνοιγε το πάπλωμα η το στρώμα και έβγαζε το βαμβάκι.
Χτυπούσε με ένα ξύλινο κόπανο, σαν γουδοχέρι, την χορδή ενός τόξου μήκους 2 μέτρα περίπου πάνω στο βαμβάκι. Το τίναγμα της χορδής έκανε πιο αφράτο βαμβάκι. Μετά από αυτή την διαδικασία το βαμβάκι έμπαινε ξανά στην θέση του και το στρώμα ή σκέπασμα ράβονταν με μια μεγάλη σακοράφα.



Το κάρβουνο ειχε δυο χρήσεις. Για τις σόμπες (κωκ ή ανθρακίτης) ή για τις ψησταριές (ξυλοκάρβουνο). Αποθήκη για κάρβουνα υπηρχε στην οδο Κυψελης & Ζακύνθου αριστερά τω ανερχομένω. Εκεί παραγγέλνανε τα κάρβουνα (ανθρακίτη) της χρονιάς και μας τα φέρνανε με το καμιόνι κάτι κατάμαυροι εργάτες που τα αδειάζανε στο υπόγειο.
Ομως οι ταβερνες "της Χήρας" και μια αλλη στην οδό Κερκύρας, πουλουσαν ξυκοκάρβουνα.





Ο κόσμος προμηθεύονταν τα φρούτα και τα λαχανικά του από τον πλανόδιο μανάβη. Είχε σαν μεταφορικό μέσο ένα γαϊδούρι ή μουλάρι.  Τα λαχανικά ήταν τοποθετημένα σε 2 κωνικές μακριές καλαμένιες κόφες. Οι πιο εξελιγμένοι είχαν άλογο και σούστα (αμάξι ιππήλατο με αμορτισέρ μεταλλικές σούστες).














Επάγγελμα με μπόλικη δουλειά.
Στην Κυψέλη, Ευβοίας και Αγ. Αποστόλων κατοικοέδρευε ο κ. Δαμκαλίδης ένας συμπαθής μουγκός ράφτης. Μόλις που έβγαζε κάτι ήχους, ακατάληπτους κατά κανόνα. Ήταν καλός ράφτης αλλά δεν του είχανε και πολλή εμπιστοσύνη λόγω της αδυναμίας συνεννόησης.








 




Τα ψάρια τους τα έπαιρναν από τον πλανόδιο ψαρά. Ο ψαράς γύρναγε με ένα ρηχό μεγάλο πανέρι στο κεφάλι του. Το μέσα του πανεριού ήταν επιστρωμένο με λαδομπογιατισμένο καραβόπανο σε χρώμα θαλασσί .
Πουλούσε κάθε λογής ψάρια που τα ζύγιζε με μια ζυγαριά που κουβαλούσε στον ώμο του. Στις αρχές του '60 άνοιξε το πρώτο πρατήριο με ψάρια "Ευρυδίκης" στην
Φωκίωνος Νέγρη. Ήταν όμως ντροπή να αγοράζεις κατεψυγμένα.









                                                       


Λόγω της παντελούς απουσίας της Green Peace, WWF, Arkturos κλπ. Γύφτοι τριγυρνούσαν στις συνοικίες και μάζευαν λεφτά βάζοντας τις αρκούδες να χορεύουν. Ο χαλκάς στην μύτη είναι ένα από τα βασανιστήρια για την συμμόρφωση της αρκούδας αν δεν χόρευε καλά.












Σε όλα τα λεωφορεία και τα τραμ υπήρχε ο εισπράκτορας που έκοβε εισιτήρια στους επιβάτες ανάλογα με τον προορισμό τους. Πχ. Κάποτε το ΚΥΨΕΛΗ-ΟΜΟΝΟΙΑ κόστιζε μια Δραχμή ενώ το ΚΥΨΕΛΗ-ΠΑΓΚΡΑΤΙ δυο δραχμές. Στο Παγκράτι ο εισπράκτορας φώναζε «Τέρμα τα δίφραγκα» και γύριζε προς την ανάποδη κατεύθυνση τις ράχες των καθισμάτων.






                                                         





                                                                                                                                       




Ο κυρ-Τριαντάφυλλος ήταν γνήσιος τσομπάνος με γκλίτσα, κάπα, αγριωπό μουστάκι και καμιά πενηνταριά πρόβατα που τα έβοσκε στα Καραγιαννέικα, πάνω στα Τουρκοβούνια. Δεν  είχε φλογέρα, ούτε  πουλούσε τίποτα. Περνούσε όμως συχνά με το κοπάδι του από την οδό Σπετσών.












   Δημοτική Αγορά της Κυψέλη



Ορόσημο αποτελούσε η Αγορά της Κυψέλης. Ήταν τόπος συγκέντρωσης όλων των αναγκών μιας οικογένειας. Υπήρχαν μανάβικα με φρέσκα φρούτα και λαχανικά, κρεοπωλεία με φρέσκο και άφθονο κρέας, ιχθυοπωλεία με διάφορα είδη φρέσκων αλλά και κατεψυγμένων ψαριών. Επίσης υπήρχαν και μαγαζιά τα οποία πωλούσαν βότανα και μπαχαρικά, ακόμη και τυροκομικά προϊόντα και ξηρούς καρπούς. Όλη η αγορά δηλαδή ήταν πλήρης για ένα νοικοκυριό. Σήμερα παρατηρούμε ότι η δημοτική αγορά της Κυψέλης έχει μία έντονη αλλαγή. Στο χώρο της πραγματοποιούνται εκδηλώσεις και μία φορά την εβδομάδα γίνεται εμπόριο βιολογικών προϊόντων.
Ένα άλλο πρόβλημα που βασανίζει τους κατοίκους της Κυψέλης είναι η ρύπανση που επικρατεί στην περιοχή και έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά την προσέλευση των μεταναστών. Το πρόβλημα της ρύπανσης σημειώνεται έντονα στη Φωκίωνος Νέγρη. Ηχορρύπανση, σκουπίδια, έλλειψη ελεύθερου χώρου, σπασμένες πλάκες , είναι η εικόνα της σημερινής οδού, σε αντίθεση με παλιά που τη θέση τους κατείχαν παρτέρια, λιμνούλες και αιωνόβια δέντρα.


Συνέντευξη από παλιό κάτοικο της Κυψέλης
Κος Κονιτόπουλος καθηγητής 30ου Γενικού Λυκείου Αθηνών
Γεννηθήκατε στην Κυψέλη;
Ναι γεννήθηκα στην Κυψέλη πριν από πολλά χρόνια.

Έχετε βιώσει τις αλλαγές στην Κυψέλη;
Έχω βιώσει πολλές αλλαγές. Η Κυψέλη ήταν μια υπέροχη περιοχή με πρώτο μέρος τη Φωκίωνο Νέγρη, που σήμερα είναι χάλια .Έχω περάσει τελευταία από τη  Φωκίωνο  Νέγρη, αλλά δεν θα ξαναπεράσω. Παλαιότερα υπήρχαν περισσότεροι ελεύθεροι χώροι. Το  σχολείο μας ήταν ένα βουναλάκι που έρχονταν κόσμος και ζευγαράκια το βράδυ. Τα πάντα χτίστηκαν την δεκαετία του ’70 με ’80 με την αντιπαροχή.(αντιπαροχή είναι όταν δίνεις το οικόπεδο σου παίρνεις ένα, δύο διαμερίσματα). Υπήρχαν πολλές μονοκατοικίες στην Σπετσών και στην Πλατεία Κυψέλης. Υπέροχος δρόμος ήταν η οδός Κερκύρας. Όποιος είχε σπίτι στην Κερκύρας θεωρούνταν πλούσιος, σε αντίθεση με σήμερα που η Κερκύρας είναι πολύ διαφορετική.
Σας αρέσει η Κυψέλη;
Μου αρέσει η Κυψέλη, αλλά έτσι όπως ήταν παλιά. Απλώς την αγαπώ.
Νιώθετε ασφαλής στην Κυψέλη αν όχι τι μέτρα παίρνετε;
Όχι, δεν νιώθω ασφαλής στην Κυψέλη. Όταν για παράδειγμα κυκλοφορώ το βράδυ με τις κόρες μου, βγαίνω πάντα με το αμάξι, στην Σπετσών και προς τα πάνω με κλειδωμένες πόρτες.
Αν είχατε την δυνατότητα να φύγετε από την Κυψέλη θα φεύγατε;
Όχι, δεν θα έφευγα, γιατί την αγαπώ.
Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στην Κυψέλη, τι θα αλλάζατε;
Ναι, αν είχα την δυνατότητα να αλλάξω την γειτονία μου θα την άλλαζα. Είναι λίγο δύσκολο να απαντήσω αλλά θα έκανα μια εκκαθάριση πληθυσμού. Δηλαδή εννοώ ότι στην Κυψέλη είναι πολύς παράνομος πληθυσμός όπως και πολλά παρατημένα άτομα με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν όχι μόνο οι ίδιοι αλλά και εμείς με τις πράξεις τους. Επίσης δεν μου είναι καθόλου ευχάριστο να κυκλοφορώ το βράδυ και ιδιαίτερα στα στενά. Έχω ακούσει για πολλές επιθέσεις σε συνομηλίκους σας που είτε τους έκλαψαν είτε τους επιτέθηκαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου